Wednesday, May 30, 2007

Γελαστε κι αλλο...

Ένας τύπος βρίσκεται σε μια ταβέρνα και πίνει όλη την νύχτα. Ο μαγαζάτορας, κάποια στιγμή του λέει ότι πρέπει να φύγει επειδή το μαγαζί θα κλείσει. Έτσι, ο πελάτης σηκώνεται για να φύγει και πέφτει φαρδύς πλατύς, με τα μούτρα στο πάτωμα. Προσπαθεί να ξανασηκωθεί αλλά συμβαίνει το ίδιο. Σκάει με το πρόσωπο στο δάπεδο. Υποθέτει ότι αν
συρθεί μέχρι έξω και τον χτυπήσει ο δροσερός αέρας, τότε θα καταφέρει να συνέλθει λιγάκι.
Όταν έφτασε έξω από το μαγαζί, κάνει ακόμη μια προσπάθεια να σταθεί στα πόδια του και σκάει και πάλι στον δρόμο. Αποφασίζει να πάει μπουσουλώντας στα τέσσερα μέχρι το σπίτι του, που βρίσκεται τρία τετράγωνα παρακάτω. Όταν φτάνει έξω από την πόρτα, σηκώνεται και
στηρίζεται στα πόδια του αλλά και πάλι σκάει ανάσκελα στην άσφαλτο.
Μέσα στο σκοτάδι, ανοίγει την πόρτα και σέρνεται μέχρι την κρεβατοκάμαρα. Φτάνοντας δίπλα στο κρεβάτι του, στερεώνεται με τα χέρια του στο πλάι του κρεβατιού και για λίγο ισορροπεί στα πόδια του πριν σωριαστεί στο κρεβάτι και πέφτει ξερός για ύπνο όταν το κεφάλι του ακουμπά στο μαξιλάρι. Ξυπνά την επόμενη μέρα με την γυναίκα του να στέκεται από πάνω του και να του φωνάζει:
- "Ώστε, έτσι, ε; Πάλι ήσουν έξω εχτές και μπεκρούλιαζες!!!"
- "Μα, αγάπη μου, τι σε κάνει να το λες αυτό;" την ρωτάει παίρνοντας ένα αθώο ύφος.
- "Τι με κάνει να το λέω αυτό, ε; Έχεις το θράσος να με ρωτάς! Τηλεφώνησαν από την ταβέρνα και είπαν ότι έχεις ξεχάσει το αναπηρικό σου καροτσάκι εκεί."

****

Ο Πόντιος πάει σε ένα περίπτερο. Ρωτάει τον περιπτερά:
- "Αγγλικά ξέρεις;"
- "Όχι," απαντάει ο περιπτεράς. Καλά λέει ο Πόντιος και φεύγει. Πάει σε ένα άλλο και ξαναρωτάει:
- "Αγγλικά ξέρεις;"
- "Όχι," λέει και αυτός ο περιπτεράς. Καλά λέει ο Πόντιος και φεύγει. Τελοσπάντων, αφού είχε γυρίσει πολλά περιπτερά, πάει και σε ένα τελευταίο περίπτερο. Το ίδιο πάλι.
- "Αγγλικά ξέρεις;" ρωτάει ο Πόντιος τον περιπτερά.
- "Ναι λέει ο περιπτεράς!" Και λέει ο Πόντιος.
- "Ε φέρε μου τότε ένα Marlboro!"

***

Πάει ένας διοικητής στην λεγεώνα των ξένων μες στην βαθιά έρημο. Όταν τον ξεναγούσαν παρατήρησε μια πολύ γριά καμήλα δεμένη. Και ρώτησε:
- "Γιατί είναι εδώ αυτή η καμήλα;"
- "Κύριε Διοικητά, επειδή είμαστε πολύ μακριά από οπουδήποτε, και οι άντρες έχουν σεξουαλικές ανάγκες, όταν θέλουν, έχουμε την καμήλα."
Τρελάθηκε ο τύπος, αλλά τι να πει;
- "Καλώς, αν δεν σας πειράζει, δεν πειράζει και μένα."
Μετά από παραμονή 6 μηνών στο στρατόπεδο, ο διοικητής, μη αντέχοντας άλλο, φωνάζει σε έναν αξιωματικό:
- "Φέρτε μου την καμήλα!!!"
Ο αξιωματικός σήκωσε τους ώμους και του την πήγε στην πόρτα του. Ο διοικητής την πήγε μέσα, ανέβηκε σε ένα σκαμνί και το έκανε αγρίως. Μετά κατέβηκε, άνοιξε την πόρτα και ρώτησε:
- "Αυτό κάνουν εδώ και οι άντρες;"
- "Εεε, κύριε Διοικητά, συνήθως την καβαλάνε για να πάνε στο κοντινότερο χωριό."

***
Ήταν ένας τύπος, ναυαγός σε ένα νησί για κάνα δυο χρόνια. Μια μέρα βλέπει μια γυναικάρα με στολή κατάδυσης να ξεπροβάλλει από τη θάλασσα και να τον πλησιάζει με βήμα λικνιστικό. Απορημένος αυτός τρέχει κοντά της:
- "Πως βρέθηκες εσύ εδώ;"
- "Δεν μου λες παίδαρε, από πότε έχεις να καπνίσεις;"
- "Ε, δεν θα 'ναι και δυο χρόνια;"
Ανοίγει τότε αυτή μια τσέπη της στολής και του δίνει ένα πακέτο τσιγάρα.
- "Και δεν μου λες παίδαρε, από πότε έχεις να πιεις;"
- "Ε, δεν θα 'ναι και δυο χρόνια;"
Ανοίγει τότε αυτή μια άλλη τσέπη της στολής και και του δίνει ένα μπουκάλι κρασί. Αρχίζοντας να κατεβάζει το φερμουάρ της στολής:
- "Και δεν μου λες παίδαρε, από πότε έχεις να διασκεδάσεις πραγματικά;"
- "Μην μου πεις ότι έχεις εκεί μέσα μπαστούνια του γκολφ, γιατί θα τρελαθώ!!!"

***

Μια φορά ήταν ένας που βρισκόταν σε μια ερημική περιοχή, κάπου ανάμεσα σε Αθήνα και Λαμία. Ήταν χειμώνας, έκανε παγωνιά. Έκανε ώτο- στοπ για να πάει μέσα στην πόλη. Η ώρα ήταν πρασμένες 2:00 τα μεσάνυχτα. Από τα λιγοστά αυτοκίνητα που πέρασαν κανένα δεν σταμάτησε. Τα χέρια του είχαν κοκαλώσει, μελάνιασε από το κρύο.
Καταλάβαινε πως αν δεν σταματήσει κάποιος μέσα σε λίγη ώρα θα έφτανε το τέλος του.
Ελπίδες δεν είχε. Σκέφτηκε ότι αφού θα πεθάνω που θα πεθάνω ας ξαπλώσω στη μέση του δρόμου για να με βρουν. Εκεί που ξάπλωσε, από μακριά βλέπει ένα αυτοκίνητο να έρχεται με μικρή ταχύτητα, σηκώνεται τρέχει, ανοίγει την πόρτα μπαίνει μέσα.
- "Ααχ! παράδεισος είναι εδώ. Χίλια ευχαριστώ που σταμα...στα.." Γυρίζει και βλέπει το κάθισμα του οδηγού άδειο. Το τραύλισμα άρχισε να μετατρέπεται σε πανικό όταν το αυτοκίνητο συνέχιζε να προχωράει!
- "Αμάν το αμάξι είναι στοιχειωμένο!"
Έκανε να ανοίξει την πόρτα να κατέβει αλλά ο τσουχτερός αέρας του άλλαξε το μυαλό.
- "Μπριτς που θα κατέβω. Στοιχειωμένο, ξεστοιχειωμένο εγώ εδώ θα μείνω."
Το αυτοκίνητο εν τω μεταξύ συνέχιζε την πορεία του κανονικά, είχε μπει στην εθνική και κάπου αργότερα έστριψε σ` ένα βενζινάδικο να βάλει βενζίνη, σε λίγο ανοίγει η πόρτα του οδηγού και μπαίνει ένας μέσα.
- "Αχ! Μη μπαίνετε σ` αυτό το αμάξι! Είναι στοιχειωμένο!"
- "Πιο στοιχειωμένο ρε μαλάκα! Απ` τα δυόδια το σπρώχνω!"

No comments: